Στοιχεία επικοινωνίας

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο : npenintas@gmail.com

Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2014

Ένα μυθιστόρημα για τη Μελίβοια... (Γ' Μέρος).

Επανερχόμαστε σήμερα με το τρίτο μέρος του έργου "Ένα μυθιστόρημα για τη Μελίβοια", του Αθανασίου Μπεϊνά... Με ιδιαίτερη χαρά στα στατιστικά του Made in Melivoia διαπιστώνουμε ότι αρέσει στους αναγνώστες μας... Το βέβαιο είναι ότι όσα γλαφυρά περιγράφονται είναι ανεξίτηλα χαραγμένα στη μνήμη και στο πετσί των περισσότερων από μας... 

...συνέχεια από το προηγούμενο.

    Οι κάτοικοι της Μελιβοίας, αφού σιγά σιγά έχασαν τα εισοδήματα από αυτά τα προϊόντα, και τα εισοδήματα από κάστανα, ελιές-λάδι, μελισσοκομία, κτηνοτροφία και άλλα αγροτικά προϊόντα ήταν σε πάρα πολύ χαμηλή ποσότητα παραγωγής, έθεσαν τους εαυτούς τους για εργασία, ως εργάτες του μεροκάματου σε άλλα χωριά.
    Ενώ η εξάλειψη σιγά-σιγά της εκτροφής του μεταξοσκώληκα στη Μελίβοια ήταν γεγονός, στα καμποχώρια του νομού Λάρισας η καλλιέργεια βαμβακιού όλο και αυξανόταν... Οι εργάτες για την καλλιέργεια και συγκομιδή βάμβακος ήταν απαραίτητοι, γιατί εκείνα τα χρόνια δεν είχαν έρθει στην Ελλάδα τέτοια μηχανήματα, όπως αργότερα.
Θανατιώτισσες στο σκάλισμα του βαμβακιού, στην Πλασιά... Βάια Πλατσά, Ελένη Χαρατσή, Αριστέα Αργύρη, Τασιώ Γκούτζιμπα και άλλες που δεν αναγνωρίστηκαν. (Προσφορά: Βάια και Τάκης Πλατσάς του Βασιλείου). 
    Οι Μελιβοιώτες, όπως φυσικά και άλλοι κάτοικοι των ορεινών χωριών του νομού Λάρισας, έγιναν εργάτες στο σκάλισμα και στην συγκομιδή του βάμβακος. Η πλειοψηφία, αν όχι όλοι οι εργάτες, ήταν γυναίκες. Η συγκομιδή γινόταν με τα χέρια και η πληρωμή από τους κτηματίες δινόταν με το κιλό και όχι με την ημέρα εργασίας. Ο ανταγωνισμός, κυρίως των γυναικών για το ποια θα μαζέψει τα περισσότερα κιλά ήταν μεγάλος και, μπορώ να πω, ότι ήταν μεγαλύτερος από ότι στους άντρες για το ποιος μπορούσε να φορτώσει περισσότερες μπάλες άχυρο ή μπάλες τριφύλλι ή, ακόμα για το ποιος θα μπορούσε να σηκώσει τα πιο βαριά σακιά με σιτάρι στο φόρτωμα στα καμποχώρια. Μπορεί το βαμβάκι να είχε ανοίξει θέσεις εργασίας για τις γυναίκες του χωριού, το σιτάρι και το τριφύλλι των χωριών του κάμπου είχαν κι αυτά τις θέσεις εργασίας για τους άντρες της Μελιβοίας. Η δουλειά των αντρών και αυτή δεν πληρωνόταν με την ημέρα (μεροκάματο), αλλά με την μπάλα, αν ήταν άχυρο ή τριφύλλι και με το σακί αν ήταν σιτάρι ή κριθάρι.
Από γράμμα του μακαρίτη Δημήτριου Μπουζούκη, τέως γραμματέα της κοινότητας και ιεροψάλτη, προς τους γιους του Όθωνα και Γιώργο, που ήταν στα καράβια. Αναφέρεται στο εργατικό δυναμικό, που κάθε μέρα πήγαιναν από την Μελίβοια στην Αγιά για το αραίωμα των μήλων και τη συγκομιδή των κερασιών (Προσφορά: Γεώργιος και Δημήτριος Μπουζούκης)
    Μπορεί, όμως, το σιτάρι και το βαμβάκι να ήταν προϊόντα που απασχολούσαν πολλούς εργάτες της Μελιβοίας, όμως τα προϊόντα της Αγιάς απασχολούσαν εργασιακά σχεδόν όλους τους Μελιβοιώτες και ακόμα και μαθητές Γυμνασίου και Λυκείου. Τα μήλα της Αγιάς ήταν πάρα πολλά και απασχολούσαν εργάτες από τη Μελίβοια και τον Ιούνιο για το αραίωμα και το Σεπτέμβριο-Οκτώβριο για τη συγκομιδή. Ο αριθμός των εργατών της Μελιβοίας, ανδρών και γυναικών, ήταν τόσο μεγάλος, που οι Αγιώτες τους αποκαλούσαν, άστοχα βέβαια "Κογκολέζους", λόγω του μεγάλου πλήθους! Οι Αγιώτες κτηματίες δε ρωτούσαν τους Μελιβοιώτες που έφταναν στην Αγιά αν θέλουν εργασία, γιατί το θεωρούσαν αυτονόητο και τους έλεγαν: "Ανέβα στη καρότσα!" -του αγροτικού αυτοκινήτου ή του τρακτέρ που διέθεταν. 
    Οι Μελιβοιώτες κατά τη διάρκεια του αραιώματος και της συγκομιδής των μήλων, αλλά και της συγκομιδής των κερασιών, που οι Αγιώτες είχαν και απ' αυτό το προϊόν σε μεγάλες ποσότητες, πήγαιναν στην Αγιά έχοντας σακούλα ψωμί και φαγητό για το μεσημέρι και δούλευαν φιλότιμα και ευσυνείδητα...
Τις περισσότερες φορές οι κτηματίες της Αγιάς ήταν αυστηροί και ήθελαν τους εργάτες να δουλεύουν περισσότερες ώρες εργασίας με το ίδιο μεροκάματο και όποιος αντιδρούσε τον έδιωχναν! Έτσι οι Μελιβοιώτες είχαν εφεύρει συνθηματικά για να συνεννοούνται για την ώρα που θα κάθονταν για φαγητό το μεσημέρι και για την ώρα που θα "σχολούσαν" το απόγευμα. Για παράδειγμα, όταν έφθανε η ώρα να σχολάσουν από τη δουλειά, στις πέντε (17:00) το απόγευμα και επειδή φοβόταν να πει ένας ότι ήρθε η ώρα για σχόλασμα, μήπως τον διώξει ο κτηματίας, ρωτούσε -τάχα δεν ήξερε- τον άλλο:
- Ε! Γέννησε η γίδα φέτος;
- Ναι! έλεγε ο άλλος και αρσενικό το κατσίκι μάλιστα!
- Το έσφαξες;
- Ναι, το έσφαξα!
- Και πόσα κιλά βγήκε;
- Πέντε! απαντούσε, πέντε κιλά!!!
    Μόλις άκουγαν όλοι οι εργάτες το "πέντε" κατέβαιναν όλοι μαζί, ταυτόχρονα, από τις σκάλες και τα δέντρα και ετοιμάζονταν να φύγουν. Ο κτηματίας, αφού τους έβλεπε όλους μαζί να ετοιμάζονται να φύγουν, δεν έλεγε τίποτα, γιατί δεν μπορούσε να τα βάλει με όλους και απορούσε πως κατέβηκαν όλοι μαζί ταυτόχρονα από τις σκάλες και τα δέντρα!      

Συνεχίζεται...      

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

ΘΑΝΑΣΗ ΣΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΙΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΚΩΝ ΜΑΣ ΧΡΟΝΩΝ.

Ανώνυμος είπε...

Πολύ καλή η αφήγηση (λεπτομερής και κατανοητή περιγραφή), εξαιρετική προσπάθεια για να διατηρηθούν στη μνήμη άνθρωποι και πράγματα μίας άλλης εποχής. Συγχαρητήρια φίλε Θανάση! Καλή συνέχεια.... Βασίλης - Θεσσαλονίκη.