Στοιχεία επικοινωνίας

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο : npenintas@gmail.com

Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2011

Το δωδεκαήμερο στην Αθανάτη (Μέρος Α').

Λίγες μέρες μας χωρίζουν από τα φετινά Χριστούγεννα. Πολλά χρόνια μας χωρίζουν, όμως, από τις εποχές που διαδραματίζονταν αυτές τις αντίστοιχες μέρες στην Αθανάτη του χτες ήθη και έθιμα, χαμένα πια στη λήθη. Θα επιχειρήσουμε να τα παρουσιάσουμε εδώ, με τη βοήθεια της μνήμης, των αφηγήσεων των παλιότερων, παππούδων και γιαγιάδων, αλλά και τις χρήσιμες σημειώσεις του Μιλτιάδη Κιμ. Ευθυμιάδη, σημειώσεις που φύλαγε για χρόνια στα συρτάρια του, από την εποχή που δραστηριοποιούνταν στα δημόσια πράγματα της Μελίβοιας στον Πολιτιστικό Σύλλογο "Ο ΟΜΗΡΟΣ" και που ευγενικά και πρόθυμα μας παραχώρησε. 


Δωδεκαήμερο.

    Με τον όρο "Δωδεκαήμερο" αναφερόμαστε στην περίοδο από τη Γέννηση του Χριστού έως και την ημέρα των Φώτων. Η περίοδος αυτή, σύμφωνα με το εκκλησιαστικό ημερολόγιο, είναι πλήρης Χριστιανικών εορτών. Αρχίζει με τη Γέννηση του Χριστού στις 25 Δεκεμβρίου και λήγει με τη Βάπτιση του Χριστού, των "Φώτων", στις 06 Ιανουαρίου. Μεσολαβούν οι γιορτές της Σύναξης της Υπεραγίας Θεοτόκου στις 26 Δεκεμβρίου, του Αγίου Στεφάνου στις 27 Δεκεμβρίου και της Περιτομής του Χριστού και του Αγίου Βασιλείου, που σηματοδοτούν ταυτόχρονα την αρχή του Νέου (κοσμικού) Έτους, την 01 Ιανουαρίου.
Η Γέννηση του Χριστού. Παναγία των Ξένων, Κέρκυρα. Αγιογράφος: Αβράμης Μιχαήλ. (Πηγή: http://pandektis.ekt.gr).

Η Βάπτιση του Χριστού. Μονή Σταυρονικήτα. Αγιογράφος: Μπαθάς Θεοφάνης. (Πηγή: http://pandektis.ekt.gr).
Χρονοθέτηση.

    Για την τοποθέτηση όλων αυτών των εορτών σ' αυτό το συγκεκριμένο διάστημα μπορεί κανείς να διαβάσει πλείστες όσες θεωρίες, τόσο σε βιβλία όσο και σε πάμπολλους διαδικτυακούς τόπους, που τις σχετίζουν με διάφορα θρησκευτικά και αστρονομικά γεγονότα και δοξασίες παλαιότερες του Χριστιανισμού. Πολλά έχουν, επίσης, γραφτεί και για τους λόγους που αυτές οι γιορτές καθιερώθηκαν, ως Χριστιανικές πλέον, ειδικά στις συγκεκριμένες ημερομηνίες, ποιες χρονολογίες και κάτω από ποιες συνθήκες.
    Η ουσία είναι ότι η τοποθέτηση όλου αυτού του πλήθους εορτών που προαναφέρθηκε, καθώς και αυτών που προηγούνται ( Ανδρέας, Βαρβάρα, Σάββας, Νικόλαος, Σπυρίδωνας και Ελευθέριος) και έπονται (Ιωάννης, Γρηγόριος, Χρυσόστομος, Τρεις Ιεράρχες) μέχρι της Υπαπαντής (οπότε "έρχεται η 'παπαντή και τ'ς μαζώνει με τ' αντί", όπως λέει η γνωστή ρήση), είχαν σαν απώτερο σκοπό την σωματική και ψυχική ξεκούραση και ανάταση του αγροτικού (στην πλειοψηφία) πληθυσμού της υπαίθρου.
    Ήταν, κατά κάποιο τρόπο, κλιμακωτά τοποθετημένες, έτσι ώστε η μεγάλη τους συγκέντρωση στο διάστημα του Δωδεκαημέρου να συμπίπτει με το πέρας των αγροτικών εργασιών στο ύπαιθρο και με τη σταδιακή επιδείνωση των καιρικών συνθηκών. Αξίζει εδώ να θυμηθούμε τη σχετική λαϊκή ρήση: "Η Αγια-Βαρβάρα βαρβαρών' (=θεριεύει το κρύο), ου Αγιου Σάββας σαβανών' (=απλώνει στη γη λευκό σεντόνι) κι η Αγι' Ν'κόλας παραχών' (=σκεπάζει με μεγάλο ύψος χιονιού)".

Ο Μιλτιάδης Ευθυμιάδης. (Προσφορά του ιδίου).
    Έτσι, μετά από μια μεγάλη χρονική περίοδο επίπονης σωματικής προσπάθειας στους αγρούς, που ξεκινούσε με το θέρο και συνέχιζε με το αλώνι, τα λοιπά οπωρικά, γκόρτσα, μήλα, ροδάκινα και σύκα, τα καρύδια και τα φουντούκια, τα σταφύλια και την οινοποίηση, τα βαμβάκια, τα κάστανα, τις ελιές, τη σπορά των χωραφιών, τη συλλογή ξύλων και το βράσιμο του τσίπουρου, έναν πραγματικό μαραθώνιο για γερά κόκκαλα και πολλές αντοχές (αφού παλιότερα όλα γίνονταν με τη μυϊκή δύναμη αντρών, γυναικών και υποζυγίων και όλη αυτή η υπερπροσπάθεια μόνο μεμονωμένες αργίες είχε) και μετά και από μία εξαντλητική περίοδο νηστείας (που αρχίζει στις 14 Νοεμβρίου, του Αγίου Φιλίππου), ερχόταν η περίοδος της μακριάς ανάπαυλας. Μιας ανάπαυλας με γλέντι, φαγητό κρασί και τσίπουρο, γύρω από το μπούχαρη, το κέντρο του σπιτιού αυτές τις παγωμένες μέρες.

Μπούχαρης με κούτσουρα. Ταβέρνα "Αθανάτη".
Ο Άγιος Μόδεστος.

    Θα ήταν άδικο, μιας και αναφερόμαστε σε γιορτές, να παραλείψουμε να αναφερθούμε στη γιορτή του Αγίου Μοδέστου, στις 18 Δεκεμβρίου, που είναι κοντά στο Δωδεκαήμερο και έχει μια ειδική και περίεργη σημασιολογία και ένα παράξενο τυπικό. Πρόκειται για μια ειδική περίπτωση, στην οποία οι κατέχοντες υποζύγια πάσης φύσεως (γαϊδουράκια, μουλάρια ή άλογα), πήγαιναν στην εκκλησία λειτουργία (=πρόσφορο). Από το "ύψωμο" (=καθαγιασμένο κομμάτι άρτου, τμήμα από τη πρόσφορο-λειτουργία, που επιστρέφεται στο τέλος της Θείας Λειτουργίας στους προσφέροντες το πρόσφορο, συνήθως τυλιγμένο μέσα στο ψυχοχάρτι) που τους επιστρέφονταν, ένα κομμάτι το κατανάλωναν τα υποζύγια, οι πιστοί καθημερινοί συνεργάτες των αγροτών σε όλες εργασίες. Επίσης, έριχναν και αγιασμό στα ζώα και στους σταβλους των υποζυγίων.

Ο Άγιος Μόδεστος ο Β', Αρχιεπίσκοπος Ιεροσολύμων. (Πηγή: www.saint.gr).
    Οι παρατυπίες αυτές, της κατανάλωσης αγιασμένου άρτου από τα υποζύγια και η ρίψη αγιασμού σε ακάθαρτα μέρη, όπως οι στάβλοι τους, αυτή τη μέρα επιτρέπεται, δεδομένου ότι ο Άγιος Μόδεστος (Modestus στα Λατινικά είναι ο εγκρατής, ο σώφρων) είναι ο προστάτης των ζώων, ειδικά αυτών που σέρνουν το άροτρο. Οι παραπάνω συνήθειες, με παραλλαγές, υπάρχουν και σε πολλά άλλα μέρη της Ελλάδας, π.χ. Λήμνο, Νάξο, Κρήτη, Μακεδονία αλλά και στην Κύπρο.

Απόσπασμα του μηνός Δεκεμβρίου, από το Αγιοταφίτικο Ημερολόγιο του 2012.
    Βέβαια, για να ακριβολογούμε, υπάρχουν δύο Άγιοι με το όνομα Μόδεστος, ο Α' και ο Β'. Κι οι δύο Αρχιεπίσκοποι Ιεροσολύμων, ο ένας ιερομάρτυρας (ο Μόδεστος ο Α')   και ο άλλος όσιος (ο Μόδεστος ο Β'). Ο πρώτος (ο Μόδεστος ο  Α') γιορτάζει στις 18 και ο άλλος (ο Μόδεστος ο Β') στις 16 Δεκεμβρίου, ενώ θαύματα με διάφορα υποζύγια πραγματοποίησε ο Μόδεστος ο Α'.

Τα Χριστουγεννιάτικα έθιμα.

α. Το γουρούνι.

    Προϋπόθεση για το καλό φαΐ η ύπαρξη κρέατος. Έτσι, κάθε σπίτι, στα πλαίσια της αυτάρκειας, "ταΐζει" (=εκτρέφει) με δικά της μέσα (αποφάγια, τυρόγαλα κ.λπ.) το δικό της γουρούνι από πολλούς  μήνες νωρίτερα, σε κατάλληλα διαμορφωμένο χώρο, το "κουμάσι", συνήθως μακριά από το σπίτι, λόγω δυσοσμίας και υγιεινής. Το γουρούνι αυτό με πανηγυρικό τρόπο σφάζεται την παραμονή των Χριστουγέννων, μέσα σε ατμόσφαιρα τσιπουροκατάνυξης, με τη "δικαιολογία" του αντρικού πληθυσμού "για καθαρά χνώτα".
    Λόγω της έλλειψης οργανωμένων σφαγίων, το υποψήφιο για σφαγή γουρούνι αφήνεται σε κύκλο αντρών, συνήθως στην αυλή του σπιτιού, και αυτοί προσπαθούν να το ζαλίσουν χτυπώντας το με κομμάτι ξύλου στα αυτιά (ίσως από δω και η έκφραση "μου τη ρίξανε στ' αυτιά"). Όταν το επιτύχουν, ο ειδικός στο σφάξιμο το "γονατίζει" και το σφάζει.
    Κατόπιν, με τη βοήθεια των υπόλοιπων παρισταμένων, αυτό γδέρνεται και τεμαχίζεται, εξασφαλίζοντας το κρέας, όχι μόνο για τις γιορτές, αλλά και για τον υπόλοιπο καιρό, μέχρι και την άνοιξη. Υπολογίζεται με ακρίβεια η ποσότητα κρέατος που απαιτείται για τις γιορτές και η περίσσεια παστώνεται, με τρόπο ιδιόρρυθμο, μέσα σε φτύνες (=πήλινα δοχεία) και σε δερμάτια (=δερμάτινα ασκιά), βράζοντάς το με το λίπος του μέσα στο καζάνι. Παράγεται έτσι μία πλούσια σε λιπαρά και πρωτεΐνες τροφή, κατάλληλη για τους χιονιάδες και τα κρύα αυτής της εποχής του έτους, που απαιτούν από τον οργανισμό υψηλή κατανάλωση σε θερμίδες. Αυτό το κρέας ονομάζεται "τσιγαρίδες", μετά και την κατεργασία που περιληπτικά περιγράφηκε παραπάνω.
    Επίσης, φτιάχνονται τα λουκάνικα και απλώνονται σε σκοινιά στο μπαλκόνι σε αρμαθιές για να στεγνώσουν (απ' εδώ ο γνωστός ευφυολόγος και φίλος Βασ. Λυγγέρης λέει για τους πολυφαγάδες: "για να χορτάσ' θέλει ένα μπαλ'γκόν' λουκάν'κα") και εξασφαλίζεται και το αξούγκι (=λίπος) της χρονιάς για ποικίλες χρήσεις. Και επειδή τίποτα δεν πετιέται, η κοιλιά και τα ποδαράκια γίνονται πατσάς, το κεφάλι ψήνεται, το δέρμα γίνεται υποδήματα (τσαρούχια, τα γνωστά γουρουνοτσάρουχα). Ακόμα και η φούσκα (=ουροδόχος κύστη), σε ένα ύψιστο δείγμα αξιοποίησης και ανακύκλωσης όλων, δίνεται στα παιδιά για να τη φουσκώσουν, σαν τα σημερινά μπαλόνια και να αποκτήσουν ένα παιχνίδι, φτωχικό αλλά διασκεδαστικό, αφού μ' αυτό σκαρώνουν διάφορα ομαδικά παιχνίδια, στην περίοδο των διακοπών, αφού τα σχολεία είναι κλειστά. Μην ξεχνάμε ότι τα οικονομικά μέσα της εποχής δεν επιτρέπουν πολυτέλειες, αλλά ταυτόχρονα, η οικονομική στενότητα κεντρίζει τη φαντασία και δημιουργούνται, εκ του μη όντως, πράγματα αυτοσχέδια και εντυπωσιακά πρωτότυπα, τόσο στη σύλληψη όσο και στην κατασκευή-υλοποίησή τους.

Νεαρός Θανατιώτης σε ξύλινο ποδήλατο. Τα αυτοσχέδια αυτά ποδήλατα είναι τα γνωστά "κάρα". Πρόκειται για τον Αθαν. Β. Μπεϊνά. (Προσφορά του ιδίου).  

β. Τα κάλαντα.

    Πιο πριν, νωρίς το πρωί της Παραμονής, οι μικροί άρρενες γυρνούν από σπίτι σε σπίτι ψάλλοντας τα κάλαντα, που σε παλιότερη εκδοχή είχαν, περίπου, ως εξής:

"Χριστούγεννα Πρωτούγεννα
πρώτη γιορτή του χρόνου.
Για βγείτε, δείτε, μάθετε
που ο Χριστός γεννάται.
Γεννάται κι ανατρέφεται
με μέλι και με γάλα!
Το μέλι τρων οι άρχοντες,
το γάλα οι αφεντάδες
και το μελισσοβότανο
να λούζονται οι κυράδες
...
Εμείς εδώ δεν ήρθαμε να φάμε και να πιούμε,
αλλά σας αγαπούσαμε κι ήρθαμε να σας δούμε... "

    Η εκδοχή αυτή είναι αυτή που έχει καταγραφεί από τους λαογράφους, ως Μωραΐτικα (=Πελοποννησιακά) κάλαντα. Τα δε δωσίματα στους μικρούς καλαντάρηδες φτωχά: σύκα, μήλα, καρύδια και τα συναφή. Μόνο σε κάποιους στενούς συγγενείς, στα "θ'κα μας πιδούλια", άνοιγε η απαλάμη κι έπεφτε καμιά πεντάρα και πιο σπάνια δεκάρα ή εικοσάρα.

Τα κάλαντα. Ζωγράφος: Νικηφόρος Λύτρας. (Πηγή: www.el.wikipedia.org).
    Με το πέρασμα των χρόνων, τα "παλιά" κάλαντα καταργήθηκαν, σε μία έξαρση της γνωστής καταστροφικής μανίας που διακατέχει τους περισσότερους από μας για το παλιό, το οποίο εκβάλλεται από την καθημερινότητα με τρόπο, μερικές φορές βίαιο και εξοβελίζεται στα "Τάρταρα" ως "παλιό, άρα άχρηστο" και αντικαταστάθηκαν από τη νεότερη έκδοση-εκδοχή που ακολουθεί  και ταυτόχρονα εμπλουτίστηκαν σε τραγουδιστάδες, με τη συμμετοχή και των κοριτσιών στο δρώμενο:

"Καλήν ημέραν άρχοντες,
αν είναι ορισμός σας
Χριστού τη Θεία Γέννηση
να πω στ' αρχοντικό σας.
Χριστός γεννάται σήμερον
εν Βηθλεέμ τη πόλει,
οι ουρανοί αγάλλονται,
χαίρει η φύσις όλη..."
   
    Φυσικά και τα παλιά και τα νέα κάλαντα, τελειώνουν με την ευχή-επωδό "κι απού χρον'", σε μία ενδόμυχη επιθυμία-αγωνία, να επιβιώσουν όλοι, καλαντάρηδες και νοικοκυραίοι, μέχρι την επόμενη χρονιά.

γ. Οι Τζόιες και τα καρκαντζάλια.

    Εξαιτίας του ότι τα νερά το Δωδεκαήμερο είναι αβάφτιστα, σύμφωνα με τη λαϊκή δοξασία, έχουν τη δικαιοδοσία και βγαίνουν στον απάνω κόσμο καταχθόνια πλάσματα, για να πειράξουν και να αναστατώσουν τους ανθρώπους. Σύμφωνα, λοιπόν, με την Ελληνική λαϊκή δοξασία, τα πλάσματα αυτά είναι οι καλικάτζαροι, ή όπως αλλιώς κι αν λέγονται στην υπόλοιπη Ελλάδα. Τα πλάσματα αυτά τέτοιες μέρες, σταματούν τη δουλειά τους. Αυτή δεν είναι άλλη από το πριόνισμα του άξονα της Γης, που αυτές τις γιορτινές μέρες φαίνεται να τελειώνει. Έτσι για ξεκούραση και για να μην τους καταπλακώσει η -δήθεν- ετοιμόρροπη Γη, έρχονται σε μας, στην επιφάνεια της Γης, για λίγες παιχνιδιάρικες μέρες.

Οι καλικάτζαροι πριονίζουν το δέντρο που στηρίζει τη γη. (Πηγή: www.inprecor.gr)
    Στη Μελίβοια τα πλάσματα αυτά λέγονται "Τζόιες". Παρ' όλα αυτά, στο χωριό μας υπάρχει και η λέξη "καλικάτζαρος" με δύο-τρεις διαφορετικές, όμως, σημασίες και αντίστοιχους λεκτικούς τύπους, που έχουν προέλθει από την αλλοίωση της αρχικής λέξης και σημαίνουν φαινομενικά άλλα απ' ότι η κυριολεκτική σημασία της αρχικής λέξης. Χρησιμοποιούνται δε, μεταφορικά σε εκφράσεις, όπως παρακάτω:
    Λέμε, λοιπόν, στο χωριό μας "καρκάντζαλους" κι εννοούμε τον επιδέξιο στην αναρρίχηση. Π.χ., λέμε "ασκαλών' στου φύλλου σαν καρκάντζαλους".
    Λέμε, επίσης, "καρκαντζάλια" κι εννοούμε τα άσχημα γράμματα, τα ορνιθοσκαλίσματα. Π.χ., λέμε "τι καρκαντζάλια ειν' αυτά από' γραψις, Ζήβα τα τώραϊα!"
    Λέμε και "καρκαντζάλ'" και εννούμε τον κακάσχημο ή την κακάσχημη. Π.χ. "πως είν' την έτσ' σαν καρκαντζάλι".
   Όμως, υπάρχει εννοιολογική συνάφεια στις παραπάνω χρήσεις της λέξης, δεδομένου ότι, οι καλικάτζαροι είναι άσχημοι, κακομούτσουνοι, στραβομούτσουνοι, με πολλά σωματικά κουσούρια και σακατιλίκια (ή ζαγαλίκια, όπως τα λέμε), μονόματοι, στραβόματοι και ένα σωρό άλλα, αλλά παρ' όλα αυτά τα σωματικά τους κουσούρια, είναι πολύ επιδέξοι και ευκίνητοι. Έτσι, εξηγείται γιατί στην Αθανάτη "καρκαντζάλια" είναι τα κακάσχημα γράμματα, "καρκαντζάλι" ο άσχημος άνθρωπος και  "καρκάντζαλος" ο επιδέξιος αναρριχητής,  .                   
    Ας έρθουμε τώρα στις "Τζόιες". Οι Τζόιες είναι για τους Θανατιώτες πολλά πράγματα μαζί. Είναι οι υπερφυσικές οντότητες που συναντώνται στην ύπαιθρο, και κυρίως στα ρέμματα, τον υπόλοιπο καιρό εκτός του Δωδεκαημέρου, όπου διασκεδάζουν με βιολιά, νταούλια, λαγούτα και τα συναφή, επίσης, είναι τα φαντάσματα τη νύχτα (εδώ υπόψιν υπάρχουν  και οι "ίσκιοι" που σε "πατούν") και, τέλος, οι καλικάτζαροι του Δωδεκαημέρου .

Καλικάτζαροι σε πομπή με τα όργανά τους. (Πηγή: www.taxidiblog.blogspot.com).
    Έτσι, οι Τζόιες, όπως "ορκίζονταν" οι προπαππούδες μας "έβγαιναν" τον ανήφορο απ' το ρέμμα της "Σουβάλας" με βιολιά, λαγούτα και νταούλια, αλλά κάπου τους πρόφταινε το φως της μέρας, κάπου χτυπούσε η καμπάνα ή συνέβαινε κάποιο αντίστοιχο αποτρεπτικό γεγονός και γυρνούσαν "σια πίσου", μέχρι να 'ρθει το άλλο βράδυ. Μοιάζουν εδώ οι Τζόιες να είναι οι Νεράιδες και τα ξωτικά που συναντούμε σε άλλες περιοχές της Ελλάδας. Τέτοια πλάσματα καιροφυλακτούσαν και στην "Κουφαλή", στη βρύση. Αν κανείς ξεχασμένος περνούσε αργά και πήγαινε να ποτίσει το ζώο του, ρίχνονταν "πισωκάπ'λα" ή στους ώμους του και αν αυτός φώναζε του έπαιρναν τη μιλιά. Ξεπέζευαν, συνήθως, στην "Πατσιούκα", όταν ο καβαλάρης έμπαινε σε κατοικημένη περιοχή, ή ακόμα χειρότερα, έξω από το σπίτι του ατυχούς θύματος.

Ρήγας Χρήστος και Χρυσή. Αστείρευτοι αφηγητές παραμυθιών στα παιδικά μας χρόνια. (Προσφορά: Θεόδωρος Χρ. Ρήγας).
    Τζόιες έβγαιναν τη νύχτα στα πέριξ, κατ' αντιστοιχία των φαντασμάτων, όπως τα εννοούμε σήμερα, τον υπόλοιπο χρόνο, σε στοιχειωμένα μέρη. Η εκδοχή αυτή ήταν ιδιαίτερα χρήσιμη σε απείθαρχα παιδιά, αφού απειλούνταν από τους μεγαλύτερους με αυτές: "κάτσι καλά μη σι φαν οι τζόιες". Εξάλλου, πολλοί ευφάνταστοι και παραμυθάδες ισχυρίζονταν ότι είχαν κάποια "στενή επαφή" μαζί τους.
    Την περίοδο που αναφερόμαστε, όμως, οι Τζόιες-Καλικάτζαροι είχαν την τιμητική τους. Εμφανίζονταν παραμονή Χριστουγέννων και παρέμεναν σε δράση μέχρι και την παραμονή των Φώτων. Οι Θανατιώτισσες για να αποφύγουν δυσάρεστες επισκέψεις και κακά συναπαντήματα, το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων μάζευαν στάχτη από το τζάκι και μ' αυτή περιέχυναν την αστρέχα γύρω-γύρω από το σπίτι. Η στάχτη έχει ιδιαίτερα αποτρεπτική δύναμη εναντίον τους. Σε άλλες περιοχές της Ελλάδας τους διώχνει και η έκφραση: "Ξύλα, κούτσουρα, δαυλιά καμμένα", που σε μας υπάρχει ως: "Κούτσουρα, δαυλιά καμμένα". Ίσως παλιά να έπαιζε αντίστοιχο αποτρεπτικό ρόλο.

Ο Δημήτριος Πλατσάς (ή "Τράκας"). Αφηγητής αξέχαστων ιστοριών. (Προσφορά: Στέφανος Δημ. Τσαλαβούρας).
      Πέρα από τη στάχτη, σημαντικό είναι να μένει όλη νύχτα αναμμένος και ο μπούχαρης, για να μην κατέβουν από την καπνοδόχο, αλλά και η πόρτα να "πετρώνει" με προσοχή με το πέτρωμα. Τρομερότερο όπλο όλων, όμως, είναι το κόσκινο, ή αλλιώς "σήτα", στη θέα του οποίου τους "κόβονται τα ήπατα", αφού δεν μπορούν να μετρήσουν τις τρύπες. Έτσι, φαινομενικά τυχαία μία "σήτα" αφήνεται δήθεν ξεχασμένη κάπου στο ανώι, σε σημείο εμφανές, από τη Θανατιώτισσα νοικοκυρά, έτσι ώστε οι επίδοξοι εισβολείς να φύγουν στη θέα της. Το υπέρτατο αποτρεπτικό μέσο, όμως,  είναι ο αγιασμός που "κατακαίει" και τον ρίχνει τα Φώτα ο παπάς που "παίζει τα κάλαντα" γυρνώντας από σπίτι σε σπίτι με το "μπακράτσι" και την αγιαστούρα.
    Κατ' αντιστοιχία, λοιπόν, με όλη την Ελλάδα, όπου υπάρχουν οι λαϊκές δοξασίες για τους καλικάτζαρους, έτσι και στο χωριό μας συμβαίνει το ανάλογο. Σχετικά δε, με την προέλευση των καλικάτζαρων, παρατηρούμε ότι σύμφωνα με Πανελλαδικές δοξασίες, καλικάτζαροι γίνονται άνθρωποι με "κακιά μοίρα", όσοι γεννιούνται ή πεθαίνουν το Δωδεκαήμερο, όσοι δεν ανάγνωσε σωστά ο ιερέας στη βάπτισή τους τις ευχές και τα τερατόμορφα βρέφη. Φαίνεται να δικαιολογείται με τα παραπάνω ο γενικός χαρακτηρισμός ως "Τζόιες", τόσο των φαντασμάτων όσο και των καλικάτζαρων, από τους Θανατιώτες. Χρήζει, όμως, διερεύνησης η αιτία που στη Μελίβοια ο όρος "Τζόιες" συμπεριέλαβε τελικά και άλλου είδους δαιμόνια, που αλλού έχουν άλλες ονομασίες π.χ. ξωτικά, νεράιδες κ.α..

"Νύχτα γιομάτη μάγια". Έργο του Μελιβοιώτη καλλιτέχνη Αντ. Γιάγκου.


ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ...

ΠΗΓΕΣ:
- www.el.wikipedia.org.
- www.pandektis.ekt.gr.   
- www.taxidiblog.blogspot.com.
www.inprecor.gr.
- www.saint.gr/3277.
- http://imd.wifi-192.gr/catalog/poi/11/113.

Δεν υπάρχουν σχόλια: